1. Καταρχήν, ο αγώνας ενάντια στον (ολοκληρωτικό) εθνικισμό-ρατσισμό είναι αγώνας ενάντια στον (αυταρχικό) υπαρκτό φιλελευθερισμό του Έθνους, του Κράτους, της Αγοράς και του Δικαίου και κατ’ επέκταση ενάντια στον (ολοκληρωτικό) καπιταλισμό.
2. Η Χ.Α. είναι μέρος των υπερπατριωτικών-εθνικιστικών εκείνων δυνάμεων που θα αποτελέσουν τη βάση για την επιστροφή του κεφαλαίου και των καπιταλιστών σε εθνικές λύσεις εκτός ευρώ και ε.ε., αν οδηγηθούν εκεί τα πράγματα στο εγγύς μέλλον (ήδη όπου βρεθούν κι όπου σταθούν μιλούν για ελληνικές ΑΟΖ, για πετρέλαια και φυσικά αέρια, για εθνική ανάπτυξη κλπ, στο βαθμό και στο μέτρο βέβαια που αυτή η ανάπτυξη θα είναι εφικτή στα πλαίσια ενός καπιταλισμού σε βαθύτατη κρίση).
3. Η Χ.Α. συνδυάζει την ηγεμονία του εθνικού στοιχείου με αυταρχικά φιλελεύθερες θέσεις και όχι με σοσιαλιστικές όπως έκαναν οι γερμανοί εθνικοσοσιαλιστές.
4. Οι κατηγορίες του Συστήματος περί νεοναζισμού γρήγορα θα πέσουν στο κενό, τα πλυντήρια του Θεάματος θα ξεπλύνουν ταχύτατα το «βρώμικο και ύποπτο παρελθόν» της Χ.Α., και έτσι θα εξιλεωθεί και θα γίνει ισότιμος συνομιλητής στη βουλή, στα μίντια, παντού, ως υπεύθυνη πατριωτική δύναμη με κάπως «υπερβολικές ευαισθησίες» και βίαιη ρητορική σε κάποια «καυτά» θέματα. Οι όποιες φιλελεύθερες αντιδράσεις στις ακραίες και παράνομες συμπεριφορές μελών της Χ.Α. θα κοπάσουν κάτω από την πίεση αφενός «της έκτακτης ανάγκης και της σωτηρίας της πατρίδας» (salus patriae suprema lex) και αφετέρου της δημοκρατικής «εκπροσώπησης» μιας διόλου αμελητέας μάζας ψηφοφόρων από τη Χ.Α.
5. Η Χ.Α. είναι ένα από τα οχήματα (το αν θα είναι ο κεντρικός τροχός της αμάξης θα φανεί στο μέλλον, σε συνδυασμό και με άλλους παράγοντες που δεν μπορούμε εκ των προτέρων να συνυπολογίσουμε, π.χ. μερική και ίσως πρόσκαιρη ανάκτηση της εμπιστοσύνης ενός μέρους των υποτελών από νέα πολιτικά μορφώματα, ισχυρές αντιστάσεις των από-κάτω) πάνω στα οποία ο ολοκληρωτικός καπιταλισμός (με τα νεοφιλελεύθερα κράτη έκτακτης ανάγκης που του προσιδιάζουν) θα προσπαθήσει να επαναρυθμίσει την κοινωνία με ευνοϊκούς για τη λειτουργία του Συστήματος όρους, να την εκφασίσει και να τη στρατιωτικοποιήσει εθίζοντάς τη στη βία και την ασχήμια, να την οδηγήσει στην πλήρη βιοπολιτική επιτήρηση, να χειραγωγήσει τις αντιστάσεις των εκμεταλλευόμενων και καταπιεζόμενων προς εξωτερικούς και εσωτερικούς (μετανάστες, εξαθλιωμένους, τεμπέληδες, τσαμπατζήδες, απεργούς, αντιφρονούντες: οι νέοι asozialen) εχθρούς.
6. Η Χ.Α., με την αντισυστημική ρητορική, την παθιασμένη στράτευση, τον ακτιβισμό, τα μεροκάματα στα «παλικάρια» που θα τη στελεχώνουν και «το κοινωνικό έργο» (που θα ενισχυθεί στο μέλλον -βλ. π.χ. «συσσίτια μόνο για έλληνες»- με τη χρηματοδότηση που θα λάβει ως κόμμα του κοινοβουλίου), είναι απαραίτητη στο Σύστημα στους καιρούς της άγριας μετάβασης και των ταραχών γιατί αυτή τη στιγμή τα υπόλοιπα κόμματα του νεοφιλελεύθερου αυταρχισμού και του βιοπολιτικού ελέγχου έχουν απωλέσει την κοινωνική τους νομιμοποίηση, δεν έχουν κοινωνικά ερείσματα και ούτε πρόκειται να αποκτήσουν σύντομα γιατί δεν υπόσχονται πια τίποτα πέρα από την αυτοκρατορία του μικρότερου κακού, ούτε μπορούν πλέον, ως άμεση συνέπεια του πρώτου, να εμπνεύσουν μαζικά ακροατήρια (δεν είναι τυχαίο το ότι μετατρέπονται σε κόμματα απολύτως προσωποπαγή· είναι ο Βενιζέλος κι όχι το ΠΑΣΟΚ, ο Σαμαράς κι όχι η Ν.Δ., ο Καμμένος κι όχι οι Ανεξ. Έλληνες, ο Κουβέλης κι όχι η ΔημΑρ, που έχουν σημασία, ή σωστότερα η μιντιακά διαμεσολαβημένη εικόνα τους και ο βαθμός που αυτή ανταποκρίνεται στις προσδοκίες – αυταπάτες των υποτελών για έναν Πατέρα – Προστάτη). Η Χ.Α. είναι το πεδίο απο-ταύτισης με το Σύστημα, το πεδίο παραβίασης του Συστήματος, που το ίδιο παράγει σ’ αυτή την κρίσιμη συγκυρία για να δώσει στους αγανακτισμένους και οργισμένους υποτελείς την ψευδαίσθηση της αντίστασης στις προσταγές του Κεφαλαίου και να μπορέσει να αναπαραχθεί αποτελεσματικά χωρίς τον κίνδυνο της ριζικής αμφισβήτησης: ένα πεδίο όπου νομίζει κανείς ότι ξεφεύγει από τον ιστό της αράχνης αλλά στην ουσία πρόκειται για τον άλλο πόλο του ίδιου Συστήματος.
Μια αναγκαία παρένθεση: Το ίδιο (πεδίο απο-ταύτισης με το Σύστημα) μπορεί να ειπωθεί και για τον ΣΥΡΙΖΑ σαν βασικό πλέον παίχτη του Συστήματος -παρόλο που προφανώς τον χωρίζει άβυσσος από τη Χ.Α. σε επίπεδο ιδεολογίας, κουλτούρας και αξιών-, με την κρίσιμη διαφορά ότι αυτός και η αριστερή διαχείριση της εξουσίας αργά ή γρήγορα θα καούν ή θα ξεφουσκώσουν γιατί η κυβερνώσα αριστερά, παρά τον κρατικισμό, τον πραγματισμό, τον μεταρρυθμισμό και τον πατριωτισμό της, δεν φαίνεται να είναι στην παρούσα συγκυρία η κύρια στρατηγική του Κυρίου, ενώ η Χ.Α. -ή όποιο άλλο μόρφωμα με παρόμοια χαρακτηριστικά προκύψει στο μέλλον- ήρθε για να μείνει, ακριβώς γιατί πρόκειται για σημαντική συνιστώσα της στρατηγικής («επίθεση-επίθεση-επίθεση») που ο Κύριος έχει αποφασίσει να ακολουθήσει στα χρόνια που έρχονται. Για να δώσουμε δυο χαρακτηριστικά παραδείγματα: πρώτον, η «δημοκρατική αστυνομία» και ο «εξανθρωπισμός του σωφρονιστικού συστήματος» που ευαγγελίζεται ο ΣΥΡΙΖΑ, πέρα από το προφανές ότι πρόκειται και στις δύο περιπτώσεις για αντίφαση εν τοις όροις, απέχουν πολύ από την αστυνομία και το σωφρονιστικό σύστημα που έχει ανάγκη το Σύστημα στη φάση που βρίσκεται· η ποινικοποίηση ή η αδιαφορία («ζήσε και άσε τους άλλους να πεθάνουν») για τη φτώχεια, το μάντρωμα του περιττού πληθυσμού (βλ. φυλακές αλλά και κέντρα κράτησης μεταναστών), η κερδοφόρα αστυνομικοδικαστική μηχανή ποινικών διώξεων σε βάρος μικροπαραβατών, οι παράλληλες και αλληλοτροφοδοτούμενες πορείες επίσημου κράτους και οργανωμένου εγκλήματος, η στελέχωση του οργανωμένου εγκλήματος με απόκληρους που «εκπαιδεύονται» στις φυλακές, οι στενές σχέσεις πληθώρας αστυνομικών σε όλη την επικράτεια με μαφίες και η ιδεολογική ταύτισή τους με φασιστικά κόμματα, η εκ των υστέρων διαχείριση και όχι η αποτροπή της εγκληματικότητας, η διασπορά του φόβου και της ανασφάλειας, ο εθισμός στην εικόνα της στρατιωτικοποιημένης αστυνομίας είναι κομμάτια ενός παζλ που μεθοδεύεται και οργανώνεται αποτελεσματικά εδώ και χρόνια. Δεύτερον, η επαναφορά του μισθού και του επιδόματος ανεργίας (και μάλιστα για δύο χρόνια) στα προηγούμενα επίπεδα και η μείωση της ανεργίας ακούγονται ανακουφιστικά και ελπιδοφόρα σε πολλά αυτιά, μόνο που σκοντάφτουν στο σχέδιο του Κυρίου να εξοντώσει (Παλαιά Διαθήκη) και όχι να ελεήσει (Καινή Διαθήκη). Για να τελειώνουμε λοιπόν, τις επιλογές και τις κατευθύνσεις του επελαύνοντος ολοκληρωτικού καπιταλισμού δεν μπορεί να τις αναχαιτίσει ο ΣΥΡΙΖΑ, ακόμα κι αν έχει τις καλύτερες συστημικές προθέσεις. Η στρατηγική του Κυρίου δεν αλλάζει επειδή ένα εκατομμύριο (που στην πλειοψηφία του στήριζε το ΠΑΣΟΚ μέχρι πρότινος, με ό,τι αυτό σημαίνει) απλά ψήφισε έναν πολιτικό σχηματισμό που υπόσχεται την επιστροφή σε έναν πιο ήπιο και λιγότερο μαφιόζικο καπιταλισμό. Χρειάζονται πολλά περισσότερα. Και βέβαια, μην έχουμε αυταπάτες ότι τα αφεντικά δεν θα πριμοδοτήσουν μια κυβερνώσα αριστερά όταν αυτό καταστεί αναγκαίο στο μέλλον. Ο άσος της ενσωμάτωσης, της αφομοίωσης και της επαναπρόσδεσης στο κρατικο-καπιταλιστικό φαντασιακό με ραφιναρισμένους τρόπους θα βγει απ’ το μανίκι μόνο όταν τα αφεντικά αναγκαστούν από τους από-κάτω να αλλάξουν στρατηγική και βρεθούν σε θέση άμυνας στον κοινωνικό πόλεμο· προς το παρόν, η μη-κυβερνώσα αριστερά χρειάζεται μόνο για να τους προσανατολίζει σε εναλλακτικούς (και λιγότερο οδυνηρούς για τους ίδιους) τρόπους επανεκκίνησης της καπιταλιστικής μηχανής που έχει φρακάρει και για να τους πουλάει ελπίδα. Έτσι κερδίζει χρόνο το Σύστημα. Τέλος της αναγκαίας παρένθεσης.
7. Το «κόμμα – κίνημα» της Χ.Α. θα έχει το ένα πόδι (ως επίσημο κόμμα της βουλής – ο Κασιδιάρης με κοστούμι να χαριεντίζεται με την Έλλη Στάη και ο Μιχαλολιάκος να χαμογελά με νόημα στον ευαίσθητο δημοκράτη Σταύρο Θεοδωράκη) στη νεοφιλελεύθερη τάξη και ορθολογικότητα (το άτομο ως επιχειρηματίας του εαυτού του, αρχές του ατομικού ανταγωνισμού και της αποτελεσματικότητας, ξήλωμα των εργασιακών δικαιωμάτων, περιστολή των απεργιών και των διαδηλώσεων, περιττοί και αναλώσιμοι άνθρωποι, ηθικοφροσύνη και εθνική αναμόρφωση κλπ) και το άλλο (ως κίνημα – οι οπαδοί/τα πειθήνια όργανα του Κασιδιάρη και του Μιχαλολιάκου με τσεκούρια) στον κλιμακούμενο αυταρχισμό, το νταβατζηλίκι και τη βία στις γειτονιές και το πεζοδρόμιο. Πάνω και γύρω απ’ αυτό το «κόμμα-κίνημα» (ή ό,τι άλλο με αυτά τα βασικά χαρακτηριστικά προκύψει στο μέλλον) θα γίνει απόπειρα να χτιστούν στο άμεσο και κυρίως στο απώτερο μέλλον οι κοινωνικές και κατ’ επέκταση οι ιδεολογικοπολιτικές συμμαχίες, πάνω στην «πάταξη της εγκληματικότητας και της παράνομης μετανάστευσης», πάνω στη διαχείριση του φόβου, της (αν)ασφάλειας, της απελπισίας, της καθαρ(ι)ότητας, της υγείας και της υγιεινής, της εθνικής και θρησκευτικής ταυτότητας, με κεντρικό άξονα περιστροφής την «επιστήμη της αστυνομίας» (μην μας διαφεύγει άλλωστε ότι οι μπάτσοι ως φυσικά πρόσωπα ψήφισαν μαζικά Χ.Α.) ή αλλιώς το σύμπλεγμα δημόσιας τάξης και ασφάλειας. Παράλληλα, το επίσημο κράτος θα αφήσει ολόκληρες περιοχές (οικονομικές και γεωγραφικές) στα νύχια της μαφίας, του κρατικοποιημένου εγκλήματος και των ιδιωτικών εταιριών σεκιούριτι, με τους οποίους η Χ.Α. έχει άμεσες διασυνδέσεις, και των οποίων τα συμφέροντα θα προωθήσει ακόμα αποτελεσματικότερα ως κόμμα του κοινοβουλίου.
8. Ήδη διαφαίνεται η σύμπλευση απόψεων της Χ.Α. με τους υπόλοιπους (πλην ΣΥΡΙΖΑ) παίχτες του Συστήματος, πέρα από το ζήτημα της μετανάστευσης («ανακατάληψη των πόλεων από τους λαθρομετανάστες»), και στο ζήτημα της -πάνω στα κουφάρια του εργατικού δικαίου και της λεηλατημένης φύσης- εθνικής οικονομίας και ανάπτυξης, και σε αυτό της επίθεσης στην υποτιθέμενη ιδεολογική ηγεμονία της αριστεράς μετά τη μεταπολίτευση. Όταν λένε επίθεση στην ιδεολογική ηγεμονία της αριστεράς, δεν εννοούν βέβαια επίθεση στο σταλινισμό του ΚΚΕ ούτε στη σοσιαλδημοκρατία (με ισχυρές δόσεις φιλελευθερισμού) του ΣΥΡΙΖΑ -χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν θα επιδοθούν και σ΄αυτό το σπορ στις αρένες του Θεάματος, που θα τους καλούν στο εξής οι ευαίσθητοι φιλελεύθεροι και δημοκράτες, στο όνομα βεβαίως βεβαίως της ελευθερίας του λόγου και της αυταξίας του διαλόγου-, αλλά πρωτίστως επίθεση στην κριτική σκέψη και την έμπρακτη αμφισβήτηση των κυρίαρχων αξιών και του κυρίαρχου πολιτισμού· επίθεση στο τρίπτυχο αντίσταση – αλληλεγγύη – αξιοπρέπεια που χαρακτηρίζει ακόμα μέρος της ελληνικής κοινωνίας, και κυρίως της νεολαίας, που έχει παραμείνει ευαίσθητη, σκεπτόμενη, ριζοσπαστική -ακόμα και συντηρητικά ριζοσπαστική με την έννοια της υπεράσπισης αξιών και αρχών που στέκονται εμπόδιο στην επέλαση του φιλελεύθερου κυνισμού και του εκσυγχρονιστικού ωφελιμισμού-, και δεν έχει γίνει κυνική, χυδαία, αγοραία και κανιβαλική· με άλλα λόγια, εννοούν προληπτική αντιεξέγερση, και με μακροπρόθεσμους όρους προληπτική αντεπανάσταση.
9. Όσοι ενδιαφέρονται να αποτρέψουν τις παραπάνω -ζοφερές ομολογουμένως- εξελίξεις, πρέπει γρήγορα να σταματήσουν να εστιάζουν στη νεοναζιστική ιδεολογία της Χ.Α. (που εύκολα αποφεύγουν ως ψόγο οι νομότυποι πλέον και με βουλευτική ασυλία πρώην μαχαιροβγάλτες) και να την ξεμπροστιάσουν (ιδίως στην άνεργη νεολαία) ως απολύτως συστημικό κόμμα, ως κόμμα της αστυνομίας και του στρατού, ήτοι των κατασταλτικών πυλώνων του Συστήματος και άρα του βαθέος κράτους, ως κόμμα της πειθάρχησης των εργαζομένων και της νεολαίας, του βιοπολιτικού κράτους έκτακτης ανάγκης και της πλήρους υπαγωγής στις προστακτικές του κεφαλαίου, ως κόμμα τέλος της απανθρωποποίησης, του κανιβαλισμού και της εθελοδουλείας.
Όσοι κραυγάζουν ενάντια στον πνιγηρό καπιταλισμό, οι απελπισμένοι και οι κολασμένοι (που συνεχώς θα αυξάνονται τα χρόνια που έρχονται, ενώ παράλληλα θα υπάρχουν εργαζόμενοι που θα δουλεύουν μέχρι τελικής πτώσεως και θα διασκεδάζουν μέχρι τελικής πλήξεως, γιατί το Σύστημα δεν πρόκειται να υποκύψει, τουλάχιστον όχι αναίμακτα αφού πρόκειται για βασική προϋπόθεση αναπαραγωγής του, σε πιέσεις για μείωση του χρόνου εργασίας με παράλληλη διατήρηση του μισθού στο ίδιο επίπεδο), πρέπει πάση θυσία να μην προσδεθούν στο άρμα της Χ.Α. και κατ’ επέκταση του ολοκληρωτικού καπιταλισμού, πρέπει να καταλάβουν και κυρίως να νιώσουν ότι ο αγώνας για τη ζωή και την αξιοπρέπεια ενάντια στο Σύστημα που μας τις κλέβει δεν έχει καμία σχέση με τους εθνικιστές και τους ρατσιστές υπηρέτες του.
Πρέπει να δουν και να βιώσουν στα μάτια, τα μυαλά, τις καρδιές και τις πράξεις των Δυνάμεων της Ζωής το αντίπαλο «Δέος», την Αρχή της Ελπίδας, την οργάνωση της αδιαλλαξίας της ανθρωπιάς, το υπαρξιακό δυναμικό της εξέγερσης, το πάθος και το ήθος της «στράτευσης», την common decency και την αλληλεγγύη, την ευρύτητα του πνεύματος, τη δημιουργικότητα της φαντασίας, την ποιότητα της κραυγής-άρνησης, το Πάθος για ελευθερία, για απο-αλλοτρίωση, για απο-φετιχοποίηση, για αποκατάσταση της μοναδικότητας του προσώπου, για τσάκισμα του κυνισμού, της έλλειψης αυτοπεποίθησης και αυτοσεβασμού, του επιβεβλημένου καθεστώτος απομόνωσης και μοναξιάς, για μια ζωή γεμάτη πραγματικό νόημα και αυθεντικές επιθυμίες, και βέβαια ένα εναλλακτικό σχέδιο κοινωνικής οργάνωσης στην πράξη. Όσον αφορά το κρίσιμο ζήτημα της βίας, ένα τέτοιο κίνημα δεν θα πρέπει να υπακούει στη διαλεκτική μέσων και σκοπών, στη διαλεκτική δικαίου και βίας, διότι αυτή είναι η λογική του Κυρίου. Εφόσον δεν θέλει να γίνει χαλίφης στη θέση του χαλίφη, αρκεί η ίδια του η ζωντανή ύπαρξη ως η ενσάρκωση της λαχτάρας για ανθρώπινη χειραφέτηση, ως η μήτρα που εγκυμονεί το «μη-είναι-ακόμη». Η βία του συνεπώς πόρρω θα απέχει από τη ροβεσπιερική τρομοκρατία, και πιο πολύ θα μοιάζει με μια μη βιαίη βία («βία θανάσιμη αναίμακτα») που ούτε θα συντηρεί ούτε θα θέτει Δίκαιο, αλλά «θα καταστρέφει τη μυστηριώδη δύναμη που υποτάσσει τους ανθρώπους και τα πράγματα στο νόμο από τον οποίο πηγάζει κάθε εντολή και διανομή».
Με άλλα λόγια, πρέπει επειγόντως να συγκροτηθεί εκείνο το παθιασμένο και λυσσασμένο κίνημα που θα τους εμπνεύσει, που θα τους κάνει να νιώσουν ξανά ζωντανοί μέσα σε ένα απομαγευμένο κόσμο, που θα αποτρέψει την υποδούλωσή τους στα κελεύσματα του μεταμοντέρνου «φασισμού» (σε εισαγωγικά γιατί «ο φασισμός που έρχεται δεν θα λέγεται πια φασισμός»).
Οι εξεγερμένοι και οι επαναστάτες πρέπει να καταλάβουμε ότι οι άνθρωποι δεν πράττουν πάντα με βάση ορθολογικές επιλογές, ότι όσα λογικά επιχειρήματα και να αραδιάσουμε δεν θα βρίσκουμε πάντα ευήκοα ώτα. Όντας παιδιά του Διαφωτισμού έχουμε υποτιμήσει τη σημασία του βιώματος, των συναισθημάτων, των παθών, της διαίσθησης, της υπαρξιακής αγωνίας, έχουμε απαγορεύσει καταστατικά τις εντάσεις και τις αντιφάσεις ενώ θα έπρεπε να τις δεξιωνόμαστε, και έχουμε ταυτίσει τα αντιδιαφωτιστικά ρεύματα με την εναντίωση στην κριτική σκέψη και τη γνώση (ενώ πολλά απ’ αυτά, όπως π.χ. οι αντινομιστές, καταδίκαζαν συγκεκριμένα το είδος της κωδικοποιημένης γνώσης που συνυφαίνεται με το νόμο και ήταν μέρος μιας αντι-ηγεμονικής λαϊκής κουλτούρας και σκέψης που αντιστεκόταν στην ηγεμονία των παντοδύναμων ελίτ), χαρίζοντάς τα έτσι απλόχερα στους αντιδραστικούς, τους πολιτικά συντηρητικούς, τους μισάνθρωπους, τους ελιτιστές αριστοκράτες, τους φασίστες. Κάνοντάς το αυτό όμως παραδίδουμε και τους ανθρώπους γενικά, που είναι όντα πολυδιάστατα, αντιφατικά, «ορθολογικά» και «ανορθολογικά» ταυτόχρονα, γεμάτα αγωνίες και φόβους, ως βορά στους παραπάνω.
Η αποστολή ενός Κινήματος αποκατάστασης της ζωής και της αξιοπρέπειας δεν μπορεί να είναι άλλη από τη «θεϊκή» παρέμβαση στο κρίσιμο σταυροδρόμι όπου βρισκόμαστε, ώστε η εμπειρία του καταπιεστικού παρόντος να αρθρωθεί με τρόπους και σε δρόμους χειραφετητικούς. Αν δεν τα καταφέρουμε, αν δεν σηκώσουμε «οδοφράγματα» σ’ αυτή την επέλαση κι αν δεν δημιουργήσουμε καινούρια μονοπάτια για το μέλλον επανανοηματοδοτώντας το παρελθόν και το παρόν, η κοινωνία αργά ή γρήγορα θα αρχίσει να διολισθαίνει σε έναν δρόμο χωρίς επιστροφή. Μπορεί να μην λέγεται πια καπιταλισμός, αλλά να είμαστε σίγουροι ότι θα είναι εξίσου, αν όχι περισσότερο, ολοκληρωτικός, σάπιος, απάνθρωπος, ανήθικος, χωρίς πνεύμα και ψυχή, χωρίς ζωή.
Η μοίρα μας είναι στα χέρια μας, όχι όμως για πολύ ακόμα.
Να μετουσιώσουμε τις χιλιάδες κραυγές όλων εμάς, των από-κάτω.
Να απελευθερώσουμε τις χιλιάδες δυνατότητες του κοινωνικού πράττειν.
Να χιμήξουν χιλιάδες διάβολοι ενάντια στους θεολόγους του χρήματος, του ωφελιμισμού, του ατομικού ανταγωνισμού, της αλλοτρίωσης, της κυριαρχίας και της ιεραρχίας.
Να σταθούμε αντάξιοι των ιστορικών καιρών που μας έλαχαν.
Να ξαναζωντανέψουμε στη μνήμη μας τους αμέτρητους αγώνες των συντρόφων μας στο παρελθόν. Να εκδικηθούμε για τους προγόνους μας κρατώντας ψηλά τη σημαία της Ελπίδας γι’ αυτούς που έρχονται.
Υ.Γ. 1
Μια επίκαιρη παραλλαγή της 11ης μαρξικής θέσης για τον Φόυερμπαχ:
Δεν χρειάζεται να κατανοήσουμε τους «νόμους» της κίνησης του κόσμου για να τον αλλάξουμε.
Αρκεί να αφεθούμε να νιώσουμε βιωματικά και διαισθητικά το πόσο ζοφερός είναι, και να ‘χουμε μια καλή ιδέα για το πώς θα θέλαμε να είναι.
Με άλλα λόγια, δεν μας λείπει η γνώση και η ερμηνεία του υπάρχοντος, αλλά η ζωντάνια του βιώματος και της διαίσθησης, η ευρύτητα του πνεύματος, η δημιουργικότητα της φαντασίας, η ποιότητα της κραυγής-άρνησης, η χειραφετητική μετουσίωση των δυνατοτήτων μας.
Από κει και πέρα, ή ίσως και παράλληλα, είναι ζήτημα επιθυμητικής βούλησης και απόφασης.
Υ.Γ. 2
«Η ελπίδα είναι το αντίθετο της ασφάλειας, της αφελούς αισιοδοξίας. Η κατηγορία του κινδύνου ενυπάρχει πάντα μέσα της. Η ελπίδα δεν είναι βεβαιότητα. Αν δεν μπορούσε να είναι απογοητευτική, δεν θα ήταν ελπίδα. Η ελπίδα δένει μια σημαία στο κατάρτι, ακόμη και μέσα στην παρακμή, με την έννοια ότι δεν δέχεται την παρακμή, ακόμη και όταν αυτή η παρακμή είναι ισχυρή».
Ernst Bloch
λάμπε ρατ
αθήνα, μάιος – ιούνιος 2012
http://classwar.espiv.net/?p=3379